Κυνήγι στην Ελλάδα |
||||
|
Οι αγριόχηνες
Βαρύς χειμώνας, ψύχος και παρατεταμένες παγωνιές. Αν είμαστε... τυχεροί και συμβούν όλα αυτά θα δούμε τις χήνες να κατεβαίνουν νοτιότερα και στη χώρα μας για να ξεχειμωνιάσουν. Η παρουσία τους αποτελεί κυρίως προνόμιο της Βόρειας Ελλάδος. Όσο ωραίο θέαμα και αν αποτελούν όμως για τον ορνιθοπαρατηρητή, γιατί για τον κυνηγό είναι μια πονεμένη ιστορία, στους αγρότες προκαλούν μια ανησυχία, όχι αδικαιολόγητη για όσους έχουν δει με τι ταχύτητα μπορούν να μετατρέψουν ένα νυν σπαρμένο αγρό σε πρώην. Σχετικά με την κατάταξη και τη συστηματική αναφέρουμε γενικά, μερικά στοιχεία που θα βοηθήσουν στην κατανόηση της συγγένεια τους με τα άλλα υδρόβια είδη και των διαφορών τους που τις κάνει να αποτελούν ξεχωριστή υποοικογένεια. Ανήκουν στην οικογένεια των Αnatidae (Νησσίδαι) που περιλαμβάνει υδρόβια είδη. Οι πάπιες, επιφανειακές και καταδυτικές, κύκνοι και πρίστες είναι επίσης μέλη της ίδιας οικογένειας. Αποτελούν ξεχωριστή υποοικογένεια, την Anserinae (Χηνίναι) με μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπως το ότι και τα δύο φύλα είναι όμοια μεταξύ τους και ο μεταξύ τους διαχωρισμός αδύνατος, εκτός και αν συλληφθούν και εξεταστούν από κοντά για την ύπαρξη πέους ή ωαγωγού. Είναι απόλυτα μονογαμικά και ζευγαρώνουν εφ όρου ζωής. Έχουν πόδια ισχυρά, τοποθετημένα στο μέσο του σώματος - σε αντίθεση με τις πάπιες που τα πόδια τους βρίσκονται πίσω - και αυτό τις διευκολύνει να κινούνται με άνεση στη στεριά όπου και τρέφονται. To κάτω μέρος της ουράς και πίσω μέρος της κοιλιάς είναι λευκά και αυτό αποτελεί το κύριο γνώρισμα για να καταλάβουμε ότι πρόκειται για χήνες, μαζί με το μέγεθος φυσικά, όταν τις παρατηρούμε από μεγάλη απόσταση να ξεκουράζονται στο νερό ή να στέκονται στις όχθες. Αλλάζουν φτέρωμα μία φορά το χρόνο μετά την ωοτοκία και επειδή χάνουν όλα τα φτερά τους ταυτόχρονα (ολική πτερόροια), γίνονται για 3 έως και 4 εβδομάδες ανίκανα να πετάξουν. Μεταναστεύουν ακολουθώντας παραδοσιακούς αεροδιαδρόμους και σχηματίζουν μεγάλα κοπάδια σε σχηματισμό V. Τα είδη των χηνών που υπάρχουν στην Ευρώπη ανήκουν σε δύο γένη, στις λεγόμενες γκρίζες (Anser) και μαύρες (Branta) χήνες. Στη χώρα μας έχουν καταγραφεί τα ακόλουθα έξι είδη, που αποτελούν μόνιμους ή σπάνιους επισκέπτες: 1. Σταχτόχηνα (Anser anser)Αντιμετωπίζουμε προβλήματα διάκρισής της από τη χωραφόχηνα με την οποία έχει τους ίδιους γκριζόφαιους χρωματισμούς. Διακρίνεται από τα ροδόχροα πόδια της, το πορτοκαλί βαρύ ράμφος, το χοντρότερο και πιο ανοιχτόχρωμο λαιμό, αλλά επειδή αυτά είναι σχεδόν αδύνατο να εντοπισθούν από απόσταση και εξαρτώνται από τις συνθήκες φωτισμού, η πιο αξιόπιστη διάκριση γίνεται όταν η χήνα πετάξει και δούμε την έντονη χρωματική αντίθεση στο κάτω και μπροστά μέρος των φτερούγων (καλυπτήρια) που είναι ανοιχτό γκρι σε σχέση με το πίσω (πρωτεύοντα και δευτερεύοντα φτερά) που εμφανίζεται σχεδόν μαύρο. H σταχτόχηνα είναι η μοναδική γκρίζα χήνα που είναι παρούσα όλο το χρόνο στη χώρα μας, αφού λίγα ζευγάρια φωλιάζουν στις λίμνες Πρέσπες και Κερκίνη. Αυτά αποτελούν και τα νοτιότερα σημεία αναπαραγωγής της στην Ευρώπη. Το χειμώνα προστίθενται και τα άτομα που επισκέπτονται την Ελλάδα για να ξεχειμωνιάσουν, κυρίως όμως στη Μακεδονία και στη Θράκη. Κατά μέσο όρο εκτιμάται ότι 289 σταχτόχηνες μας επισκέπτονται ετησίως (IWRB MC 1982-1992), χωρίς να λείπουν βέβαια και οι βαρυχειμωνιές που παρουσιάζονται αριθμοί της τάξης των χιλιάδων. Ειδικά για την Ελλάδα ανήκει στα κινδυνεύοντα είδη! Χωρίς να έχουν μελετηθεί οι τροφικές της συνήθειες στην χώρα μας, έχει παρατηρηθεί ότι στη λίμνη μικρή Πρέσπα τρέφονται με βλαστούς φασολιών και μπιζελιών, όπου αρκετές φορές προξενούν καταστροφές, ενώ στο Δέλτα του Έβρου τις συναντάς στα χωράφια που έχουν σπαρθεί με σιτάρι ή δεν έχουν καεί οι καλαμιές. 2. Ασπρομετωπόχηνα (Anser albifrons)Διακρίνεται εύκολα από την πλατιά λευκή λωρίδα που βρίσκεται γύρω από τη βάση του ράμφους, και τα ακανόνιστα μαύρα κάθετα σημάδια στην κοιλιά Αναπαράγεται στη Ρωσική τούνδρα, στη Σιβηρία, απ΄ όπου και μας έρχεται το χειμώνα ακολουθώντας δύο διαφορετικούς διαδρόμους μετανάστευσης, που αποτελούν ταυτόχρονα και χώρους ξεχειμωνιάσματος. Ο πρώτος διέρχεται από τον Εύξεινο Πόντο, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία και καταλήγει στη χώρα μας στο Δέλτα του Έβρου και ο δεύτερος οδηγεί τις χήνες μέσω της Ουγγαρίας πιθανότατα στη Βόρεια και Βορειοδυτική Ελλάδα για να βρουν ευνοϊκές συνθήκες διαβίωσης. Είναι η πολυπληθέστερη αγριόχηνα στη χώρα μας κατά την ψυχρότερη περίοδο του έτους και παρουσιάζει τη μεγαλύτερη εξάπλωση με περιστασιακή παρουσία της σε νότιες περιοχές όπως το Δέλτα του Σπερχειού, η Βοριοδυτική Πελοπόννησος και τα νησιά της Λήμνου και της Λέσβου. Τρέφεται τόσο σε φυσικά λιβάδια, όσο και σε καλλιεργούμενες εκτάσεις με δημητριακά. O αριθμός της συνολικά στην περιοχή της Μαύρης θάλασσας και ανατολικής Μεσογείου υπολογίζεται στα 250.000 άτομα (Madsen 1991, Pirot et al. 1989), ενώ στη χώρα μας σύμφωνα με στοιχεία μεσοχειμωνιάτικων καταμετρήσεων του έτους 1993 είναι 950 περίπου άτομα (IWRB database). 3. Νανόχηνα (Anser erythropus)Μοιάζει με την ασπρομετωπόχηνα, αλλά είναι μικρότερη σε μέγεθος με τη λευκή λωρίδα να φτάνει μέχρι ψηλά στο κεφάλι και εμφανή κίτρινο δακτύλιο γύρω από το μάτι. Τα μαύρα σημάδια στην κοιλιά είναι λιγότερα και πιο άτονα. Είδος που ανήκει στα "τρωτά", σύμφωνα με κατάταξη του οργανισμού Bird life International, αφού ο αναπαραγόμενος πληθυσμός της πανευρωπαϊκά είναι σταθερά μικρότερος από 2.500 ζευγάρια. Απαντάται το χειμώνα στη χώρα μας σε μικρούς αριθμούς και σε συγκεκριμένες περιοχές όπως το Δέλτα του Εβρου, η λίμνη Μητρικού, η λίμνη Βιστονίδα και η λίμνη Κερκίνη. Φωλιάζει σε μια ζώνη από τη Βόρεια Σκανδιναβία και τη βόρεια Ρωσσία μέχρι και την ανατολική Σιβηρία. Η δραματική μείωση του πληθυσμού της προκλήθηκε το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα από μετατροπή των βιοτόπων που ξεχειμώνιαζε και τρεφόταν, δηλαδή των στεπών της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης σε καλλιεργούμενες εκτάσεις. Μεταξύ των μέτρων διατήρησης του είδους που προτείνονται, εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι η προσπάθεια που γίνεται στη Σουηδία από το 1980 να χρησιμοποιήσουν ένα άλλο είδος χήνας τη Branta leucopsis για να υιοθετήσει νεοσσούς νανόχηνας. Ο σκοπός είναι να αλλάξουν την πορεία μετανάστευσης από νοτιοανατολική σε νοτιοδυτική, προς θέσεις ξεχειμωνιάσματος στις Κάτω Χώρες, όπου οι συνθήκες είναι ευνοϊκότερες. Μέχρι σήμερα πέτυχαν ώστε μία ομάδα 50 ατόμων να μετακινείται προς αυτή την κατεύθυνση και να περνάει το χειμώνα εκεί. Ωστόσο ερευνητές (von Essen 1993) αναφέρουν ότι τα πουλιά αυτά εμφανίζονται σχετικά ήμερα. Συνήθως απαντάται σε μικτά κοπάδια μαζί με την Ασπρομέτωπη. 4. Χωραφόχηνα (Anser fabalis)Έχει πιο σκουρόχρωμο λαιμό και κεφάλι από την σταχτόχηνα με πορτοκαλόμαυρο ράμφος και πορτοκαλί πόδια. Σε πτήση εμφανίζονται τα φτερά σκουρόχρωμα πάνω και κάτω. Μερικά άτομα μπορεί να έχουν λίγο λευκό στη βάση του ράμφους. Απαντάται στη χώρα μας σπάνια όταν ο χειμώνας είναι πολύ βαρύς, σε μικρούς αριθμούς και κυρίως στην ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Φωλιάζει στη Σκανδιναυϊα και βόρεια Ρωσία. Στην περιοχή της Μαύρης θάλασσας και της Ανατολικής Μεσογείου εκτιμάται ότι ξεχειμωνιάζουν περίπου 4.500 άτομα, αλλά στην Ελλάδα από το 1980 έχουν γίνει μόνο 8 αναφορές ύπαρξης του είδους και κυμαίνονται από 3 μέχρι 69 άτομα (Jerrentrup & Handrinos 1987). Eίναι εξαιρετικά ντροπαλό και φοβιτσιάρικο πουλί. 5. Κοκκινόχηνα (Branta ruficollis)Εξαιρετικά έντονες χρωματικές αντιθέσεις με τον καστανοκόκκινο λαιμό και ιδίου χρώματος κηλίδα στις παρειές που περιβάλλεται από λεπτή λευκή λωρίδα. Υπόλοιπο χρώμα μαύρο με λευκή κηλίδα μεταξύ ματιού και ράμφους και πλατιά επιμήκη λωρίδα να διασχίζει το σώμα στα πλαϊνά. Παρά τον εντυπωσιακό χρωματισμό, η διάκρισή της από απόσταση γίνεται μόνο βάση της λευκής πλαϊνής λωρίδας που ξεχωρίζει πάνω σε μια γενικά σκουρόχρωμη φιγούρα. Ο παγκόσμιος πληθυσμός της κοκκινόχηνας ξεχειμωνιάζει, σχεδόν ολόκληρος, στην Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Εκτιμάται ότι σχεδόν 75.000 άτομα συγκεντρώνονται για ανάπαυση σε μόνο 3 ή 4 τοποθεσίες και βόσκουν στους γύρω αγρούς με καλλιέργειες δημητριακών! Για το λόγο αυτό το είδος είναι εξαιρετικά ευαίσθητο στις αλλαγές χρήσης γης, υποβάθμιση του βιοτόπου, στην όχληση στους χώρους ξεχειμωνιάσματος και απειλείται παγκοσμίως. Παρά το γεγονός ότι η κοκκινόχηνα προστατεύεται απόλυτα και στις δύο χώρες, το παράνομο κυνήγι της είναι μια θλιβερή πραγματικότητα και διεξάγεται κυρίως τα πρωινά κατά την πτήση των πουλιών στις θέσεις κουρνιάσματος. Ακόμα και ο τουρισμός έχει αυξηθεί στις συγκεκριμένες περιοχές από κυνηγούς που συρρέουν από τις Δυτικές χώρες για το σκοπό αυτό. Στην Ελλάδα η παρουσία τους συνδέεται με δριμείς χειμώνες, οπότε και κατεβαίνουν νοτιότερα σε περιοχές όπως το Δέλτα του Έβρου και η λίμνη Ισμαρίδα. Ο αριθμός τους στη χώρα μας κυμάνθηκε από 0-116 άτομα κατ΄ έτος για μια περίοδο μετρήσεων 5 ετών. 6. Δακτυλιδόχηνα (Branta bernicla)Εύκολα διακριτή από το μαύρο κεφάλι, το λαιμό και το στήθος. Έχει λευκή κηλίδα σε κάθε πλευρά του λαιμού. Έχει γίνει μόνο μια επίσημα καταγεγραμμένη παρατήρηση του συγκεκριμένου είδους στην Ελλάδα και αφορά ένα και μόνο πουλί που εθεάθει το 1966 στο Δέλτα του Έβρου. Ολοφάνερα η παρουσία του στην Ελλάδα αποτελεί εντελώς τυχαίο γεγονός και μόνο για εμπλουτισμό των εγκυκλοπαιδικών μας γνώσεων αναφέρω ότι ανήκει στα "τρωτά" είδη λόγω του περιορισμένου αριθμού των ζευγαριών που αναπαράγονται (λιγότερα από 2.500 ). Επίσης η γεωγραφική απομόνωση των δύο σημαντικότερων περιοχών φωλιάσματος που είναι η Γροιλανδία και η νήσος Svalbard στα βοριοδυτικά της Σκανδιναβίας είναι αιτία να γίνονται ευάλωτα σε ποικίλες απειλές. Κατά την περίοδο του ξεχειμωνιάσματος συγκεντρώνονται στην Βορειοδυτική Ευρώπη, όπου και εξαιτίας της έλλειψης των φυσικών πηγών τροφής τους στρέφονται σε καλλιέργειες, προκαλώντας καταστροφές και έχοντας ξεσηκώσει τη μήνη των αγροτών σε Ολλανδία, Γερμανία και κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία. Παρά το γεγονός ότι το κυνήγι της απαγορεύεται από το 1972, στη Μεγάλη Βρετανία επιτρέπεται κατόπιν ειδικής άδειας για προστασία της σοδείας των αγροτών. Παράλληλα βέβαια προωθούνται και ολοκληρωμένες λύσεις αντιμετώπισης του προβλήματος, όπως εγκατάσταση εναλλακτικών θέσεων τροφοληψίας των πουλιών, αποζημιώσεις στους πληγέντες και επιδότηση αυτών που δέχονται τις αγριόχηνες για να βοσκήσουν(!!!). Όλα αυτά βέβαια συμβαίνουν σε μια χώρα που σέβεται εκτός από την άγρια πανίδα και τους χρήστες της γης και τους κατοίκους της υπαίθρου!/
Το κυνήγι τους στην ΕλλάδαΌπως γίνεται αντιληπτό από όσα μέχρι τώρα αναφέρθηκαν οι μοναδικές χήνες που θα παρουσίαζαν θηρευτικό ενδιαφέρον στην Ελλάδα, λόγω της παρουσίας τους το χειμώνα σε περιορισμένους αριθμούς, είναι η ασπρομέτωπη και η σταχτόχηνα. Η δεύτερη βέβαια ανήκει στα κινδυνεύοντα είδη της χώρας μας, σύμφωνα με το κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων σπονδυλόζωων της Ελλάδας. Πιθανόν γιατί ορισμένα ζευγάρια φωλιάζουν στη λίμνη Μικρή Πρέσπα και ακόμα λιγότερα στη λίμνη Κερκίνη, στις οποίες όμως ούτως η άλλως κατά την αναπαραγωγική περίοδο δεν επιτρέπεται το κυνήγι. Επίσης ο ισχυρισμός ότι μετά το "60" παρατηρείται μείωση του αριθμού της στην Ελλάδα δεν μπορεί να ελεγχθεί, γιατί πριν το 82 δεν υπάρχουν αξιόπιστα πληθυσμιακά στοιχεία υδροβίων ειδών για τη χώρα μας. Επιπλέον μιλάμε για ένα μεταναστευτικό είδος του οποίου η παρουσία σε ένα τόπο εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες και τα διαθέσιμα της τροφής τη δεδομένη περίοδο. Έτσι η απομόνωση όλων των υπόλοιπων παραγόντων και η εξέταση της κατάστασης σε μία και μόνη χώρα, λες και τα πουλιά γνωρίζουν την ύπαρξη συνόρων, είναι παραπλανητική και ανακριβής. Εξάλλου ο πληθυσμός της ασπρομέτωπη έχει οκταπλασιαστεί τους αριθμούς της από το "60" και μετά στη Βορειοδυτική Ευρώπη με πληθυσμούς της τάξης των 400.000-410.000 τα έτη 1988/89 (Kuyken & Meire 1990) ενώ ο αριθμός των αναπαραγόμενων ζευγαριών της σταχτόχηνας έχει αυξηθεί τρομακτικά σε 20 από τις 25 Ευρωπαϊκές χώρες που είναι γνωστή η τάση. Μάλιστα στις 11 από αυτές κατά την εικοσαετία 1970-1990 η αύξηση του πληθυσμού είναι μεγαλύτερη από 50%. Ο πληθυσμός που ξεχειμωνιάζει υπολογίζεται στα 270.000 άτομα, χωρίς αυτά της Κασπίας θάλασσας (Rose & Scott 1994). Οι χήνες αυτές είναι εξαπλωμένες σε πολλές τοποθεσίες και κάθε τοποθεσία υποστηρίζει ένα μικρό μόνο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Οι επιδράσεις μόνο εκεί είναι απίθανο να επηρεάσουν το συνολικό πληθυσμό. Δεν πρέπει φυσικά να ξεχνάμε ότι γίνονται καταγραφές των υδρόβιων ειδών που ξεχειμωνιάζουν στην περιοχή της Μεσογείου και όχι μόνο, από ένα εκτεταμένο δίκτυο παρατηρητών κάθε χρόνο (Διεθνείς καταμετρήσεις υδροβίων) που συντονίζεται από τη Wetlands International, πρώην IWRB και είναι ικανή να εντοπίζει μεγάλες αλλαγές στους πληθυσμούς, όπως ακριβώς συνέβη με τη Νανόχηνα. Ακόμα και σ΄ αυτές τις περιπτώσεις το κυνήγι δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που επηρεάζει τον πληθυσμό ενός θηραματικού είδους, έτσι οι τοπικές τάσεις πρέπει να συγκρίνονται με τις γενικότερες ή με αυτές που καταγράφονται σε περιοχές δείκτες. Περιοχές δηλαδή που να επικρατούν παρόμοιες κλιματικές, οικολογικές κλπ συνθήκες και να μην ασκείται θήρα. Η ασπρομέτωπη και η σταχτόχηνα θηρεύονται στις γειτονικές μας χώρες και υπάρχουν Έλληνες κυνηγοί που ταξιδεύουν στην Βουλγαρία, για να τους δοθεί αυτή η δυνατότητα! Τη στιγμή λοιπόν που στην Ουγγαρία, για παράδειγμα, παράτειναν την κυνηγετική περίοδο για την ασπρομέτωπη και τη χωραφόχηνα κατά 15 μέρες το 1988 και εφεξής, στην Ελλάδα πρωτοτυπούμε πάλι με ολική απαγόρευσή τους. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι είναι πολύ μικρός ο αριθμός τους στη χώρα μας και ενδεχόμενη άρση της απαγόρευσης θα οδηγούσε σε παντελή απουσία τους. Λάθος σκέψη αφού γνωρίζουμε από την εφαρμογή του προγράμματος Αρτεμις για άλλα είδη, αλλά και από στοιχεία χωρών που επιτρέπεται η θήρα της χήνας, ότι η τάση της κυνηγετικής κάρπωσης αντικατοπτρίζει τη δυναμική του πληθυσμού κάθε είδους. Έτσι το ποσοστό της απώλειας είναι σχετικά σταθερό και άσχετο με το μέγεθος του πληθυσμού. Στην Ουγγαρία από στοιχεία των ετών 1984-1990, το ποσοστό των χηνών που θηρεύτηκε συνολικά αντιπροσώπευε το 5% περίπου της μέγιστης μέτρησης χηνών του Νοεμβρίου (IWRB Publication 36, 1995). Αν για παράδειγμα το ίδιο ποσοστό αναγόταν στη χώρα μας, ετήσια θα θηρεύονταν 50 ασπρομέτωπες και 15 σταχτόχηνες δεδομένου ότι κατά μέσο ο αριθμός τους το χειμώνα είναι περίπου 1000 και 300 αντίστοιχα. Λέτε οι 65 χήνες που θα έκαναν τους Ελληνες κυνηγούς να αισθάνονται λιγότερο αδικημένοι σε σχέση με τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους, να επηρρεάσουν τον αναπαραγόμενο πληθυσμό της τάξης των χιλιάδων ζευγαρίων; Kαταστροφές σε καλλιέργειες και αίτια πρόκλησής τουςΟι περισσότερες καταστροφές σε καλλιέργειες στην Ευρώπη προκαλούνται από τις χήνες, ενώ οι κύκνοι και οι πάπιες συμμετέχουν ελάχιστα. Το πρόβλημα αναφερόταν συχνά κατά το παρελθόν, αλλά πρόσφατα έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Τα δύο εκατομμύρια χήνες των εννέα ειδών, που ξεχειμωνιάζουν στην Ευρώπη, φροντίζουν γι΄ αυτό. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 10-15 ετών ο συνολικός αριθμός των χηνών έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι για την αύξηση αυτή του πληθυσμού ευθύνονται ανθρώπινες ενέργειες όπως η μείωση της κυνηγετικής πίεσης, η δημιουργία πολλών καταφυγίων και η εντατικοποίηση της γεωργίας, που προμηθεύει αυτούς τους πληθυσμούς με μια ελκυστική και άφθονη πηγή τροφής. Αυτοί οι τρεις παράγοντες ήταν αρκετοί για να αυξήσουν τη χειμερινή επιβίωση των ειδών και να οδηγήσουν στα γνωστά αποτελέσματα. Ο αντίλογος βέβαια είναι ότι ο αυξανόμενος πληθυσμός των χηνών έχει δυσμενείς επιπτώσεις σε μια μόνο κοινωνική ομάδα, έναν αριθμό αγροτών, αλλά ωφελεί την κοινωνία σαν σύνολο. Για παράδειγμα υπάρχουν οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που σχετίζονται με δραστηριότητες αναψυχής, όπως το κυνήγι και η παρατήρηση πουλιών, που φέρνουν χρήματα σε αγροτικές περιοχές. Επιπλέον η βόσκηση των καλλιεργειών από τις χήνες μειώνει το πλεόνασμα της γεωργικής παραγωγής και λύνει κάποια πολύπλοκα προβλήματα. Η ειρωνεία ωστόσο είναι, ότι παρόλο που ο αγρότης είναι αυτός που υπομένει το κόστος, δε φαίνεται να απολαμβάνει κανένα από τα οφέλη. Και δεν είναι μόνο οι αγρότες που υπομένουν απώλειες από την τρέχουσα κατάσταση του πληθυσμού των χηνών στη Δυτική Παλαιαρκτική, αλλά και οι ίδιες οι χήνες αναμένεται να υποστούν όλα τα αρνητικά της αυξημένης πληθυσμιακής πυκνότητας, του εσωτερικού ανταγωνισμού, της υποβάθμισης των βιοτόπων αναπαραγωγής και του περιορισμού της γεωγραφικής τους εξάπλωσης. Όλγα Μασλαρινού (Δασολόγος-Περιβαλλοντολόγος), από την ιστοσελίδα της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Μακεδονίας-Θράκης. |
|||
|